Share

Κύπρος, Τουρισμός και Μέλλον


Του Παναγιώτη Χατζησυμεού

Τον Ιανουάριο του 2019 πολύ ορθά η Κυπριακή Δημοκρατία ίδρυσε και λειτούργησε βάσει των προνοιών του περί της Ίδρυσης Υφυπουργείου Τουρισμού και Διορισμού Υφυπουργού Τουρισμού παρά τω Προέδρω και Συναφών Θεμάτων Νόμου του 2018 (Ν.123(I)/2018) το Υφυπουργείο Τουρισμού ως μετεξέλιξη του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (ΚΟΤ).

Στόχος της ίδρυσης του Υφυπουργείου Τουρισμού, δυνάμει του εν λόγω Νόμου, είναι η σύσταση στρατηγικής και εποπτικής αρχής με εξουσίες χάραξης εθνικής στρατηγικής για τον τουρισμό, η προώθηση και προβολή της Κύπρου ως τουριστικό προορισμό, καθώς και η εφαρμογή της τουριστικής νομοθεσίας με τις ακόλουθες, μεταξύ άλλων, κύριες αρμοδιότητες:

  • Τη χάραξη, το συντονισμό και την υλοποίηση ολοκληρωμένης εθνικής Στρατηγικής Τουρισμού με τη χρήση των απαραίτητων οριζόντιων πολιτικών.
  • Η στήριξη των επενδύσεων στον Τουρισμό.
  • Η προώθηση της τουριστικής συνείδησης, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης.
  • Η εφαρμογή της τουριστικής νομοθεσίας και η εποπτεία του τουριστικού τομέα.
  • Η Κύπρος διαθέτει πολλές φυσικές ομορφιές ως επίσης και αρκετά πλεονεκτήματα αρκεί να τα αξιοποιήσουμε και αναδείξουμε σωστά.

Ορισμένοι τρόποι βελτίωσης του τουριστικού προϊόντος και της τουριστικής ανάπτυξης της Κύπρου θα μπορούσαν, μεταξύ άλλων, να είναι οι εξής:

  • Η αποτελεσματική αξιοποίηση των Μαρίνων. Για παράδειγμα, η Μαρίνα St. Raphael παραμένει ανεκμετάλλευτη, ενώ θα μπορούσε να προσφέρει νέες θέσεις απασχόλησης και επιπλέον οφέλη ή και κέρδη για την τοπική κοινωνία, την αγορά και το κράτος. Θα μπορούσαμε να πάμε ένα βήμα παραπέρα και να εφαρμόσουμε τι κάνουν οι γείτονες μας. Στο πρότυπο λοιπόν αυτό μπορούν να αναπτυχθούν και οι υπόλοιπες Μαρίνες σε όλη την ελεύθερη Κύπρο.
  • Η αξιοποίηση των αρχαιολογικών χώρων της Κύπρου, οι οποίοι είναι διεθνώς γνωστοί και με μεγάλη ιστορική αξία που βρίσκονται π.χ. στην Πάφο, τη Λευκωσία, την Αμαθούντα, τη Λάρνακα, το Τρόοδος κ.τ.λ., οι οποίοι είναι ανεκμετάλλευτοι. Ορισμένοι δε από αυτούς εμφανίζουν σημεία εγκατάλειψης, έλλειψη καθαριότητας, ανεπάρκεια ή απουσία σημάνσεων, φωτισμού κ.τ.λ..
  • Η αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της Κύπρου για μεγιστοποίηση των τουριστικών αφίξεων όπως π.χ. του θαλάσσιου, καταδυτικού, ιαματικού, περιπατητικού και ορειβατικού τουρισμού, γαστρονομικού αλλά και αγροτουρισμού.
  • Η αξιοποίηση του ιστορικού πλούτου της Κύπρου για μεγιστοποίηση των τουριστικών εσόδων μέσα από τον ιστορικό, θρησκευτικό και γαστρονομικό τουρισμό.
  • Η αξιοποίηση των σύγχρονων εναλλακτικών μορφών τουρισμού όπως για παράδειγμα τον συνεδριακό, ιατρικό, αθλητικό, εκπαιδευτικό και πολιτιστικό τουρισμό.
  • Η ανάπτυξη της κρουαζιέρας (home – porting), με ιδιαίτερη έμφαση στα λιμάνια που φιλοξενούν κρουαζιερόπλοια, όπως είναι το λιμάνι της Λεμεσού, της Λάρνακας αλλά και της Πάφου.

Όλα τα πιο πάνω αναφερόμενα θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν με τη σύμπραξη του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα ή με τη συμμετοχή μόνο του ιδιωτικού τομέα, χωρίς να υπάρχουν οποιαδήποτε ιδιωτικά ή άλλα συμφέροντα, αγκυλώσεις και γραφειοκρατία. Χρειάζονται, κατά την άποψή μου, απλοποιημένες διαδικασίες, ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων και ειδικός στρατηγικός σχεδιασμός.

Είναι γεγονός ότι εάν δεν εφαρμοστεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική μάρκετινγκ για την προώθηση και βελτίωση του τουριστικού προϊόντος, η προσέλκυση τουριστών και δη νέων, δεν θα μεγαλώσει αριθμητικά και γρήγορα, οπότε τα έσοδα θα κινούνται σε χαμηλότερα από τα ετήσια αναμενόμενα επίπεδα.

Αρκετές γειτονικές χώρες, οι οποίες αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο από την τουριστική αγορά, έχουν επιτύχει σημαντική προστιθέμενη αξία στο παρεχόμενο τουριστικό προϊόν τους με αποτέλεσμα αυτό να είναι ανησυχητικό αλλά και πολύ σοβαρό για την Κύπρο. Η Τουρκία, η Ελλάδα, ο Λίβανος, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Βουλγαρία και η Μάλτα προβάλλουν στρατηγικά την τουριστική τους ανάπτυξη και συνεχώς αυξάνουν τις αφίξεις τουριστών και τα τουριστικά τους έσοδα. Ειδικά, η Τουρκία και η Αίγυπτος παρουσιάζουν μεγάλη τουριστική ανάπτυξη τον τελευταίο καιρό, ιδιαίτερα στις παραθαλάσσιες περιοχές τους, οι οποίες είναι βασισμένες σε διεθνή τουριστικά πρότυπα με αποτέλεσμα να αφαιρούν από την Κύπρο σημαντικά έσοδα σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης.

Ας ανασυντάξουμε λοιπόν τις δυνάμεις μας, προτάσσοντας το Κυπριακό τουριστικό προϊόν και τα μοναδικά χαρακτηριστικά και συγκριτικά του πλεονεκτήματα, ώστε να αναχαιτίσουμε τον έντονο τουριστικό ανταγωνισμό στην ευρύτερη περιοχή μας, με στρατηγικό στόχο την ανάδειξη της πατρίδας μας σε κορυφαίο τουριστικό προορισμό διεθνώς. Απαιτείται, κατά την άποψή μου, καλύτερη οργάνωση και υψηλού επιπέδου εξυπηρέτηση των τουριστών και όχι μόνο χαμηλότερες τιμές και πακέτα all inclusive. Ο ρόλος του στοχευόμενου και στρατηγικού τουριστικού μάρκετινγκ κρίνεται επιτακτικός για να επωφεληθεί τόσο η εγχώρια αγορά από την προσέλκυση περισσότερων τουριστών με την αύξηση των κερδών των τοπικών επιχειρήσεων όσο και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Είναι γεγονός ότι κάθε καλοκαίρι ακούγονται τα ίδια πράγματα από τους αρμόδιους [αρχές, ξενοδόχους, συντεχνίες] για έλλειψη προσωπικού, μηδέν αυξήσεις, απεργίες, κ.λ.π. Τον Νοέμβριο κανένας δε νοιάζεται να αγγίξει τα προβλήματα αυτά ώστε να επιλυθούν και να ικανοποιήσουν όλους τους επηρεαζόμενους αλλά πρώτιστα, την πατρίδα μας.

Μεγάλο πρόβλημα στην τουριστική βιομηχανία αποτελεί το «προσωπικό» στο οποίο επενδύονται ελάχιστα. Η πραγματοποίηση ενός ή και δύο σεμιναρίων σε κάθε τουριστική μονάδα θα βοηθήσουν σε κάποιο βαθμό αλλά δεν θα λύσουν το πρόβλημα. Εάν το κράτος αφουγκραστεί τα προβλήματα όλων των σχολείων, δημόσιων και ιδιωτικών οποιασδήποτε βαθμίδας ενδέχεται να δοθεί άμεση και αποτελεσματική λύση στο πρόβλημα.

Είμαι της άποψης ότι, στην Κύπρο δίδεται μεγαλύτερη σημασία στα δημόσια παρά τα ιδιωτικά σχολεία με αποτέλεσμα τα ιδιωτικά να είναι κάπως «παραμελημένα». Επιχορηγούνται τα δημόσια σχολεία κάτι που δεν γίνεται για τα ιδιωτικά. Οι σπουδαστές που φοιτούν σε δημόσιο σχολείο στοιχίζουν πολύ περισσότερο παρά εάν φοιτούσαν στον ιδιωτικό τομέα. Από οικονομικής άποψης, πιστεύω ότι σε ένα κράτος συμφέρει να επιδοτείται παράλληλα με τη δημόσια και την ιδιωτική εκπαίδευση υπό προϋποθέσεις. Είναι γεγονός ότι από ποιοτική σκοπιά, το κράτος εφαρμόζει ικανοποιητικά συστήματα ποιότητας, τα οποία επιβάλλει μέσω της σχετικής νομοθεσίας και των κανονισμών που κατά καιρούς εκδίδει το αρμόδιο υπουργείο και συνεπώς, υπάρχει πλήρης έλεγχος και παρακολούθηση ως προς την εφαρμογή τους.

Η Κύπρος, ως τουριστικός προορισμός, θα πρέπει να διαθέτει κατάλληλα καταρτισμένο προσωπικό σε όλους τους συναφείς με τον τουρισμό κλάδους. Η έλλειψη Κύπριων υπαλλήλων/στελεχών στα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια, στην υποδοχή, στα δωμάτια και γενικότερα στον τουριστικό τομέα δημιουργεί αρκετά προβλήματα τα οποία αυξάνονται συνεχώς. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, το κράτος να δώσει κίνητρα, είτε οικονομικά είτε μέσω επαγγελματικής αποκατάστασης, ώστε να βρεθούν ενδιαφερόμενοι για τον τομέα σπουδαστές. Επιπλέον, άλλος τρόπος που θα αποφέρει μεγάλο όφελος στον τουρισμό, θα ήταν οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες να «υιοθετήσουν» φοιτητές και μέσω ενός σχεδίου μακροχρόνιας συνεργασίας να πληρώνουν τα δίδακτρά τους για αμοιβαίο όφελος.

Περαιτέρω, θα πρέπει να γίνονται ολόχρονα ή σε τακτική βάση σεμινάρια με έμφαση τη χειμερινή/φθινοπωρινή περίοδο με στόχο την επιμόρφωση και κατάλληλη προετοιμασία του προσωπικού που ασχολείται ή θα ασχοληθεί στον τουριστικό τομέα ώστε να είναι έτοιμοι για τη νέα τουριστική περίοδο. Οι υπάλληλοι, για παράδειγμα, οι οποίοι λαμβάνουν ανεργιακό επίδομα, θα μπορούσαν μέσω ενός προγράμματος ταχείας εκπαίδευσης να παρακολουθούν υποχρεωτικά σεμινάρια τουλάχιστον δεκαπέντε ημερών.

Αδιαμφισβήτητα, η εκπαίδευση θα βελτιώσει το τουριστικό μας προϊόν γιατί μέσα από την εκπαίδευση διαμορφώνονται τάσεις, γνώσεις, ικανότητες, δεξιότητες αλλά κυρίως χαρακτήρες. Η εκπαίδευση, πιστεύω αποτελεί το κύριο συστατικό της επιτυχίας της τουριστικής ανάπτυξης όχι μόνο για σήμερα αλλά για τις επόμενες δεκαετίες.

Κλείνοντας, θέλω να επισημάνω ότι μαζί με την εκπαίδευση, η οποία θα αναβαθμίσει ποιοτικά τις τουριστικές υπηρεσίες που προσφέρει η Κύπρος, θα πρέπει να εξευρεθούν και να αξιοποιηθούν όλοι εκείνοι οι παράγοντες που θα διαφοροποιήσουν το τουριστικό μας προϊόν από τις άλλες χώρες, πέραν από τον ήλιο και τη θάλασσα, ώστε ο κάθε τουρίστας/επισκέπτης να επιλέγει σίγουρα την Κύπρο είτε για διακοπές είτε για συνέδρια είτε για οποιοδήποτε άλλο λόγο.

 

Παναγιώτης Χατζησυμεού

Συντονιστής των Προγραμμάτων Σπουδών της Σχολής Επισιτιστικών, Ξενοδοχειακών και Τουριστικών Σπουδών του KES College

Ιούλιος 2019

Σημείωση: Οι πιο πάνω απόψεις είναι καθαρά προσωπικές και σε καμία περίπτωση δεσμεύουν /πρεσβεύουν ή αποτελούν απόψεις του KES College.